1798, Το Θούριό του Τραγουδούσαν λίγο πριν το Θάνατο


1η Αυγούστου 1798: Η Ναυμαχία του Νείλου

 1798

Μαύρη θα είναι για το Έθνος μας η χρονιά γιατί τον Ρήγα Φεραίο*,
                                   [τον Βελεστινλή και τους συνεργάτες του οι Αγαρηνοί θα στραγγαλίσουν,
έτσι η πατρίδα θα περιμένει 20 χρόνια μέχρι του Υψηλάντη τα παλληκάρια,
                           [τραγουδώντας το Θούριο θα ορμήσουν και οι κατωλαδίτες θ’ ακολουθήσουν.

Ρήγας Φεραίος, δηλαδή Ελλάδα, γι αυτόν εγώ καλύτερα να μην μιλήσω αλλά
                                       [ν’ αφήσω κάποιους ξένους κι άλλους της ιστορίας μας πρωταγωνιστές,
να πουν για τον Μεγάλο Έλληνα, τον συγγραφέα, πολιτικό στοχαστή
                          [κι επαναστάτη, τον εθνομάρτυρα που θα τον τιμούμε για όσα έκανε στο χθες,
κι αν χαρακτηρίζεται ως εθνεγέρτης είναι γιατί με το «Σύνταγμά» του
                            [και «τη «Χάρτα» του συνέβαλε σημαντικά στων συνειδήσεων την αφύπνιση
των σκλαβωμένων Ελλήνων, τόνωσε το ηθικό τους και τους δίδαξε τον τρόπο
                                             [να αποκτήσουν Ελευθερία, με μοχλό της ιστορίας τους την θύμηση.

Ο αγωνιστής του 1821, δικαστής και ιστορικός Γεώργιος Τερτσέτης,
                                                   [χαρακτήρισε τον Θούριο ως «Το ιερότερο άσμα της φυλής μας».

Ήταν ο δικαστής εκείνος που μαζί με τον Πολυζωίδη αρνήθηκαν
                                     [να καταδικάσουν τον Κολοκοτρώνη και θάναι πάντα μες στη ψυχή μας.

Ο Γάλλος ιστορικός Φρανσουά Πουκεβίλ είχε γράψει πως οι Έλληνες μάχονταν
                              [έχοντας το Θούριο στα χείλη, νικώντας ή χτυπημένοι πριν της ζωής τη χάση.

Ο συγγραφέας Δημήτριος Φωτιάδης, είχε γράψει ότι:
                                 [“όσοι από τους Ιερολοχίτες του Υψηλάντη δεν βρήκαν το θάνατο στη μάχη
παρά πέσανε στα χέρια των τυράννων στο Δραγατσάνι, το Θούριο του
                                               [τραγουδούσαν όταν τους οδηγούσε ο Τούρκος για να τους σφάξει”
.

Ο ιστορικός Ι. Κορδάτος ονόμασε το Θούριο «Παμβαλκανικό εμβατήριο»,
                                  [ενώ για τον ίδιο τον Ρήγα, ο Κολοκοτρώνης, ο θρυλικός Γέρος του Μωριά,
είχε πει: “...εστάθη ο μεγαλύτερος ευεργέτης της φυλής μας,
                         [το μελάνι του θα είναι πολύτιμο ενώπιον του Θεού, για κάθε μελλοντική γενιά”.

Ας πάμε όμως στην Ευρώπη που οι Αυστριακοί, δηλαδή οι Αψβούργοι,
                                    [δηλαδή η Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, της ηπείρου ως τότε οι καμπόσοι
(Αυστρία, Ουγγαρία, Κροατία, Βοημία, Τρανσυλβανία, Μάντοβα, Μιλάνο,
                       [Πάρμα, Αυστριακές Κάτω Χώρες), τί εστί Ναπολέων θα πάρουν τη πρώτη δόση.

Το σημαιοστολισμένο εορταστικό Παρίσι του -1798- υποδέχεται με τιμές
                         [τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη, τον στρατηγό φαινόμενο που ήξερε μόνο να νικά,
που σάρωσε τα πάντα στην Ιταλία, που κατανίκησε τον Αυστριακό στρατό,
                         [που “τελείωσε” τους Βενετούς και πήρε για τη Γαλλία, του Ιονίου τα επτά νησιά
και τις εξαρτήσεις τους στην ακτή της Ηπείρου, Βουθρωτό, Πάργα, Πρέβεζα, Άρτα,
                                   [κι επίσης τα περισσότερα από τα εδάφη που κατέκτησε στη βόρεια Ιταλία.

Στον πανηγυρικό του λόγο ο στρατηλάτης αναφέρθηκε στις συνεχείς του νίκες
                                   [και στην ταπεινωτική συνθήκη, που να υπογράψει ανάγκασε την Αυστρία.

Αν και βρισκόμαστε 23 χρόνια πριν την επανάσταση του ‘21
                                            [τόνισε ότι “αι δύο ωραιότεραι χώραι της Ευρώπης Ελλάδα και Ιταλία,
αι φημισμέναι άλλοτε δια τας τέχνας και τας επιστήμας
                                     [και δοξασμέναι δια τους μεγάλους άνδρες που εγέννησαν, βλέπουν τώρα
το πνεύμα της ελευθερίας να εξέρχεται του τάφου των προπατόρων τους"

                                                [μία αναφορά στη λευτεριά μας, πολύ πριν του ξεσηκωμού την ώρα.

Ουδείς γνωρίζει το τι υπήρχε τότε μες το μυαλό του ευφυούς Κορσικανού,
                               [όμως η γαλλική εφημερίδα "Moniteur" (Παρατηρητής) στις 10 Ιουνίου 1798,
αναφέρει πως την ημέρα που εισήλθε νικητής ο Βοναπάρτης στη Τεργέστη,
                                                    [συνομίλησε με κάποιο εκπρόσωπο των Ελλήνων ίσως και με δυό.

O Άγγλος πράκτορας Ληκ (Leake), σε αναφορά προς την κυβέρνησή του
                                           [γράφει, “έμαθα ότι Έλληνες συνομίλησαν με τον Βοναπάρτη επί πολύ
και τους υποσχέθηκε ν΄ αποκαταστήσει την αρχαία τους ελευθερία
                        [αποβιβάζοντας 40.000 Γάλλους στον κόλπο της Αυλώνας στη Βαλκανική ακτή"
.

Ο ιστορικός Απόστολος Βακαλόπουλος αναφέρει ότι οι Έλληνες
                                           [διαβίβασαν στον Βοναπάρτη, του Ρήγα Φεραίου προσωπική επιστολή
μέσω του Γάλλου προξένου στη Τεργέστη Μπρεσέ (Brechet),
                                       [κατονομάζει δε τον Αντώνιο Κορωνιό, συνεργάτη του Ρήγα, ως κομιστή.

Το καλοκαίρι του ιδίου έτους το Διευθυντήριο στη Γαλλία αποφασίζει,
                             [να κτυπήσει την Αίγυπτο, ουσιαστικά τους δρόμους του εμπορίου της Αγγλίας
και συγκεντρώνει στη Τουλόν τεράστιες δυνάμεις στρατού και ναυτικού,
                                                       [ορίζει δε τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη αρχηγό της εκστρατείας.

Οι Γάλλοι αποβιβάζονται στη χώρα του Νείλου και οι άλλοτε αήττητοι Μαμελούκοι
                                      [βρίσκουν το μάστορά τους από του Βοναπάρτη τον μοντέρνο το στρατό,
η μία νίκη διαδέχεται την άλλη, οι Βασιλιάδες της Ευρώπης κοψοχολιάζονται
                           [κι αναρωτιούνται, “μα καμία δύναμη δεν τον σταματά, τι είναι τούτο το κακό !     

                                                                                    ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ



* Ρήγας Φεραίος Βελενστινλής, Στην Κωνσταντινούπολη, μετά από πρόσκληση του Πρέσβη της Ρωσίας για σπουδές, γνώρισε τον Πρίγκιπα Αλέξανδρο Υψηλάντη, μέγα διερμηνέα του Σουλτάνου και παππού του μετέπειτα αρχηγού της Φιλικής Εταιρίας, Αλέξανδρου Υψηλάντη. Στην Πόλη διεύρυνε τις σπουδές του στη Γαλλική, στην Ιταλική και τη Γερμανική γλώσσα. Όταν ο Υψηλάντης έφυγε για το Ιάσιο, προκειμένου να γίνει ηγεμόνας της Μολδαβίας, ο Ρήγας τον ακολούθησε. Διαφωνώντας με τον Υψηλάντη έγινε γραμματέας του ηγεμόνα της Βλαχίας Νικόλαου Μαυρογένη, αδερφό του παππού της Μαντώς Μαυρογένους και ταξίδεψε στο Βουκουρέστι έδρα της ηγεμονίας, όντας πλέον 30 χρόνων. Αργότερα στη Βιέννη κάνει συνεργάτες του κυρίως Έλληνες σπουδαστές, εμπόρους όπως οι αδελφοί Πούλιου, από τη Σιάτιστα της Μακεδονίας, που στο τυπογραφείο τους θα τυπώσει το Σχολείον των ντελικάτων Εραστών, το Φυσικής απάνθισμα, το Ηθικός Τρίπους, Το Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας, Τα Δίκαια του ανθρώπου, καθώς και τον 1ο τόμο του Νέου Αναχάρσιδος.
Επηρεασμένος από τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, πίστεψε βαθιά στην ανάγκη της επαφής των Ελλήνων με τις νέες ιδέες που σάρωναν την Ευρώπη και αυτό τον ώθησε στη συγγραφή ή μετάφραση βιβλίων σε δημώδη γλώσσα. Όραμά του η απελευθέρωση και ενοποίηση όλων των Βαλκανικών λαών και φυσικά όλου του ελληνικού στοιχείου που ήταν διασκορπισμένο στην Ανατολή και τα ευρωπαϊκά κέντρα. Στο ίδιο τυπογραφείο θα τυπώσει τον Θούριο και τη Χάρτα, έναν μνημειώδη για την εποχή του χάρτη, διαστάσεων 2,07 x 2,07 μ*, που αποτελείτο από επί μέρους τμήματα, φιλοτεχνημένο από τον Αυστριακό λιθογράφο Φρανσουά Μίλλερ. Ακόμα τυπώνει το Επαναστατικό Μανιφέστο και τη Προκήρυξη σε χιλιάδες αντίτυπα, προκειμένου να προωθηθούν στην Ελλάδα και στους Έλληνες των υπόλοιπων φιλελεύθερων περιοχών των Βαλκανίων.

* Μια νέα έκδοση της Χάρτας, επιμελήθηκε ο Άνθιμος Γαζής, δύο έτη αργότερα, μικροτέρων διαστάσεων (1,04 x 1,02 μ), με τον τίτλο Πίναξ Γεωγραφικός της Ελλάδος, χωρίς όμως να αναφέρει το όνομα του Ρήγα για να αποφύγει την αυστροουγγρική λογοκρισία.
Με την υπογραφή της Ρωσοτουρκικής συνθήκης ειρήνης του 1792 στο Ιάσιο, ο Ρήγας πιστεύει ότι αυτή είναι η στιγμή για απελευθέρωση των Ελλήνων από τον Βοναπάτρη και θεωρεί απαραίτητη μια δια ζώσης συνάντηση μαζί του. Ετοιμάζει μια ενημερωτική επιστολή του σχεδίου όμως πέφτει σε λάθος χέρια που θα προδώσουν από δολιότητα ή φόβο το επαναστατικό σχέδιο του Ρήγα, καταδίδοντας τα πάντα στην αυστριακή αστυνομία.
Ο Ρήγας συλλαμβάνεται στην Τεργέστη, σε ξενοδοχείο που είχε καταλύσει μαζί με τον φίλο και συνεργάτη του Περραιβό, από έναν Αυστριακό αξιωματικό στις 19 Δεκεμβρίου του 1797. Εκείνη την ίδια ημέρα θα επισκεπτόταν τον Γάλλο πρόξενο της πόλης Μπρεσέ, από τον οποίο θα ζητούσε προστασία, αλλά δεν πρόλαβε. Η ανάκριση διήρκεσε περίπου ένα 10ήμερο, με την ολοκλήρωση δε της οποίας οδηγήθηκε σιδηροδέσμιος στη Βιέννη, κατόπιν εντολής του αστυνομικού διοικητή της. Τη νύχτα της 30-31 Δεκεμβρίου 1797 που ο Βελεστινλής, συνειδητοποιώντας τη δυσχερή κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει ο ίδιος, αλλά και το αδιέξοδο των επαναστατικών του σχεδιασμών, ίσως γιατί φοβήθηκε μήπως δεν αντέξει στα βασανιστήρια -που γνώριζε ότι θα υποβληθεί- και για να μην προδώσει τους συνεργάτες του, είτε από απελπισία για τη λιποψυχία του Περραιβού, επιχειρεί να αυτοκτονήσει με ένα μικρό μαχαιρίδιο, καταφέρνοντας ένα πλήγμα στο υπογάστριό του, αλλά αποτυγχάνει .Τραυματισμένος αρκετά σοβαρά όπως ήταν, οδηγήθηκε σε νοσοκομείο όπου παρέμεινε έως τις αρχές του Φεβρουαρίου του 1798. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του στην Τεργέστη φαίνεται ότι, υπό την ανοχή των φυλάκων του, κατόρθωσε να ειδοποιήσει με επιστολή το Γάλλο πρόξενο ζητώντας την επέμβασή του για να αφεθεί ελεύθερος, όμως εκείνος καθυστέρησε αρκετά να ενεργήσει, αφού θεώρησε σκόπιμο να πληροφορήσει πρώτα τους ανωτέρους του και να ζητήσει τη σχετική άδεια.
Μόλις μαθεύτηκε η σύλληψη του Ρήγα πολλοί έκαναν έκκληση, στο σουλτάνο Σελίμ Γ΄, για την απελευθέρωση του. Ωστόσο, οι εχθροί του Βελεστινλή* έπεισαν το Σουλτάνο πως έπρεπε να θανατωθεί χωρίς διαδικασία, πριν οι επαναστατικές ενέργειές του οδηγήσουν σε εξέγερση στα Βαλκάνια.

* Σύμφωνα με τον Κορδάτο, οι εχθροί αυτοί του Ρήγα, οι οποίοι με αυτό τον τρόπο τον εκδικήθηκαν για την επαπειλούμενη ανατροπή της κρατούσας κατάστασης, που πιθανότατα θα προέκυπτε εάν υλοποιούνταν οι επαναστατικές του προετοιμασίες, ήταν τόσο ο τότε οικουμενικός πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ όσο και οι Φαναριώτες της Πόλης, με πρώτο το διερμηνέα της Πύλης Κ.Υψηλάντη.
Οδηγήθηκε στη Βιέννη, στις 14 Φεβρουαρίου 1798, όπου ανακρίθηκε μαζί με τους υπόλοιπους συντρόφους του. Μετά το πέρας των ανακρίσεων, και αφού υπήρξαν συνεννοήσεις με τον Σουλτάνο, απελάθηκαν στην Αυστροουγγαρία όσοι από τους συλληφθέντες ήταν Αυστριακοί υπήκοοι ή υπήκοοι άλλων χωρών εκτός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, για να δικαστούν από τις Αυστριακές αρχές. Αντίθετα όσοι ήταν Οθωμανοί υπήκοοι απελάθηκαν στην Οθωμανική επικράτεια για να υποστούν τις κυρώσεις του Σουλτάνου.
Ο Ρήγας (41 χρονών) και οι επτά σύντροφοί του που ανήκαν στην ίδια κατηγορία, ο Ευστράτιος Αργέντης (31 χρονών, έμπορος από τη Χίο), ο Δημήτριος Νικολίδης (32 χρονών, γιατρός από τα Ιωάννινα), ο Αντώνιος Κορωνιός (27 χρονών, έμπορος και λόγιος από τη Χίο), ο Ιωάννης Καρατζάς (31 χρονών, λόγιος από τη Λευκωσία της Κύπρου), ο Θεοχάρης Γεωργίου Τουρούντζιας (22 χρονών, έμπορος από την Σιάτιστα), ο Ιωάννης Εμμανουήλ (24 χρονών, φοιτητής της ιατρικής από τη Καστοριά) και ο Παναγιώτης Εμμανουήλ (22 χρονών, αδερφός του προηγούμενου και υπάλληλος του Αργέντη), με συνοδεία των αυστριακών αρχών (έπειτα από κοπιαστικό ταξίδι μίας εβδομάδας μέσω Σεμλίνου και μετά με ποταμόπλοιο) παραδόθηκαν στις 10 Μαΐου 1798 στους Τούρκους του Βελιγραδίου και φυλακίστηκαν στον Πύργο Νεμπόισα (Небојша), παραποτάμιο φρούριο του Βελιγραδίου. Εκεί, ύστερα από συνεχή βασανιστήρια, στις 24 Ιουνίου του 1798, στραγγαλίστηκαν και τα σώματά τους ρίχτηκαν στον Δούναβη, σύμφωνα με τα επίσημα Αυστριακά έγγραφα* (έκθεση Λεγκράν - Λαμπρού, σελ. 167). Οι Οθωμανικές Αρχές, όπως υποστηρίζεται, διέδωσαν ψευδώς ότι οι οκτώ έγκλειστοι είχαν δραπετεύσει, ενώ προς επίρρωσιν του ισχυρισμού τους εξαπέλυσαν εικονικές έρευνες για την ανεύρεσή τους και τελικά δηλώθηκε ότι οι δραπέτες είχαν πνιγεί στον ποταμό. Είχε προηγηθεί αλληλογραφία με την Υψηλή Πύλη δια της οποίας δόθηκε από το Σουλτάνο η εντολή της δολοφονίας τους χωρίς δίκη.

* Εικάζεται ότι αιτία για τη θανάτωσή τους, υπήρξε η πεποίθηση των Αυστριακών και Τουρκικών Αρχών πως ο Ρήγας και οι σύντροφοί του είχαν στενές σχέσεις με το Ναπολέοντα Α΄, θεωρούμενοι έτσι ως άκρως επικίνδυνοι. Οι διαδόσεις περί διαφυγής των εγκλείστων, τις οποίες «κατασκεύασε» ο καϊμακάμης, είχαν σκοπό να παραπλανήσουν τις κυβερνήσεις της Ευρώπης, προς τις οποίες η Οθωμανική Αρχή της Πόλης είχε παράσχει διαβεβαιώσεις ότι δε θα σκότωνε τους οκτώ Έλληνες φυλακισμένους χωρίς ανάκριση. Πέρα από αυτό, η Οθωμανική κυβέρνηση ανησυχούσε για τις διασυνδέσεις του Ρήγα με τον Πασβάνογλου, Οθωμανό στρατιώτη και φίλο του, φοβούμενη ακόμη και επίθεση του τελευταίου κατά του Βελιγραδίου, ενώ επιπλέον, δίσταζε να διατάξει τη μεταφορά τους από το Βελιγράδι προς την Πόλη, από την πιθανότητα να σταλούν δυνάμεις του Πασβάνογλου στο δρόμο και να τους απελευθερώσουν.

   Απόσπασμα από το έμμετρο έργο  
"ΙΣΤΟΡΙΕΣ και ΥΣΤΕΡΙΕΣ της ΙΣΤΟΡΙΑΣ  
Στίχοι - Κείμενα: Παναγιώτης Β. Ματαράγκας 
Επιμέλεια - Αποτύπωση: Κ. Γ. Ραπακούλια 

   Ιστορίες και Υστερίες της Ιστορίας   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.